Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Πως μιλάμε στα παιδιά για την κρίση;





Του Γιώργου Καβαλιεράτου - 

Κλινικού ψυχολόγου.

Ο καμβάς πάνω στον οποίο  εκτυλίσσεται το σημερινό θέμα μας, είναι η οικονομική κρίση που ξέσπασε αιφνίδια στη Ελλάδα, προκαλώντας σοκ και νέα δεδομένα. Ο χρόνος που έχει παρέλθει καταλαγιάζει κάπως τον αρχικό αιφνιδιασμό, αν και συχνά ανατροφοδοτείται και δίνει ή οφείλει να δώσει την θέση του, στο προβληματισμό και την σκέψη,  ιδιαίτερα όσον αφορά τα παιδιά και τον τρόπο που μεταφέρεται σε αυτά η κρίση.
Τα παρακάτω αφορούν τον προβληματισμό που προκύπτει με αφετηρία τις παρατηρήσεις από την θέση μου ως ψυχολόγου, σ’ ένα θέμα νέο και σύνθετο που δεν μπορούμε να το προσεγγίσουμε με αφορισμούς και συνταγές.
Ας ξεκινήσουμε από το τίτλο του σημερινού θέματος, από τον οποίο προκύπτουν τουλάχιστον τέσσερα μέρη, ένα τετράπτυχο  : οι ενήλικες γονείς, τα παιδιά,  η κρίση και ο λόγος περί κρίσεως.
Θα αναφερθώ εν συντομία, στο κάθε σημείο ξεχωριστά.   

Η κρίση δεν είναι ένα οποιοδήποτε θέμα για το οποίο θα μιλήσουμε στα παιδιά μας. Δεν είναι εγκυκλοπαιδική γνώση, πληροφορία ή περιγραφή ουδέτερης κατάστασης. Την κρίση την ζούμε , έχει επηρεάσει σημαντικές   πλευρές της ζωής μας, αλλά και την γενικότερη ατμόσφαιρα του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο διαβιώνουμε. Επομένως από ψυχικής απόψεως πρέπει πρώτα να την σκεφτούμε πριν την μιλήσουμε. Δηλαδή τί είναι αυτό που βιώνουμε και ποιά είναι η κρίση μας για την κρίση;

Η κρίση  είναι ένα φαινόμενο για το οποίο μιλούν κατά κύριο λόγο με οικονομικούς όρους  αν και ξεπερνάει κατά πολύ την οικονομία - θυμηθείτε όλη αυτή την εξωτική ορολογία spreads, πρωτογενή πλεονάσματα, ισοζύγια, υποζύγια κλπ .
Είναι παράλληλα ένα κοινωνικό, κοινωνιολογικό φαινόμενο όπως και ψυχικό.

Η κρίση ως φαινόμενο έχει έναν μαζικό, συλλογικό,  χαρακτήρα.
Δηλαδή, αν και αγγίζει τον κάθε ένα ξεχωριστά, δεν αφορά μεμονωμένες περιπτώσεις ατόμων, ούτε ένα περιορισμένο μέρος του πληθυσμού, σε αντίθεση με άλλα ψυχικά φαινόμενα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε.
Αυτός ο μαζικός χαρακτήρας της κρίσης ενδέχεται να δημιουργήσει ένα αίσθημα δέους, με την έννοια ότι κανείς δεν θα εξαιρεθεί από αυτήν , θα έλθει και η σειρά του.
Από την άλλη αυτός ο μαζικός χαρακτήρας είναι ένα πλεονέκτημα σε σχέση με το βίωμα του ατόμου , ότι ως συλλογικό φαινόμενο που αφορά όλους, μπορεί να το μοιρασθεί με τους συνανθρώπους του. Για την κρίση συζητάμε στους χώρους εργασίας, στα καφενεία , στην οικογένεια… επομένως την μοιραζόμαστε. Υπάρχει ένα είδος ομαδικής θεραπείας -  γκρουπ θέραπι.
Αυτός λοιπόν ο μαζικός χαρακτήρας της κρίσης δημιουργεί της προϋποθέσεις ενός
 κοινού, συλλογικού βιώματος αντίστοιχο του οποίου βρίσκουμε σε ιστορικές περιόδους.

Πως μπορούμε λοιπόν να περιγράψουμε  αυτό το συλλογικό βίωμα της κρίσης; Με ποιον όρο, με ποια έννοια μπορούμε να το εκφράσουμε;
Μια από τις έννοιες που θα μπορούσε να περιγράψει περιεκτικά, το βίωμα της κρίσης είναι η απώλεια.

Μπορούμε να διακρίνουμε :

α) Την απώλεια που έχει συμβεί – συντελεσθεί , δηλαδή  χάσαμε κάτι το οποίο είχαμε όπως :  το  επίπεδο ζωής, μια κατάσταση, προνόμια, εισόδημα, εργασία για ορισμένους - η οποία είναι μια πολύ δύσκολη πλευρά της κρίσης για μεγάλο πληθυσμό ατόμων - και διάφορες άλλες απώλειες πιο συμβολικές πιο αφηρημένες.
Η απώλεια ψυχικά μεταφράζεται σε ένα είδος  πένθους με την ευρύτερη έννοια του όρου.
Συχνά  συνδέουμε το πένθος, κυρίως με απώλεια προσφιλούς προσώπου, όμως πρόκειται για μια αντίδραση και  μια διαδικασία που ακολουθεί και εμπεριέχει την απώλεια σε διάφορα επίπεδα όπως : απώλεια σε μια συναισθηματική σχέση πχ  χωρισμός,  μιας κατάστασης επαγγελματικής, υλικών αγαθών  πχ περιουσίας και γενικότερα όποια απώλεια μπορεί να μας κοστίσει συναισθηματικά.
Το πένθος εμπεριέχει συναισθήματα όπως η στεναχώρια η θλίψη και άλλες αρνητικές συναισθηματικές αποχρώσεις, αλλά είναι επίσης μια διανοητική διεργασία όπου επαναφέρουμε στην σκέψη, το παρελθόν, με ότι έχουμε χάσει, και ψάχνουμε για τα αίτια της απώλειας.
Σε αυτό το στάδιο αποδίδουμε ευθύνες : συχνά με φράσεις του τύπου εάν τότε , όπως εάν πήγαινε στο γιατρό, εάν πρόσεχε δεν θα είχε αυτό το αποτέλεσμα κλπ, αντιστοίχως κάνουμε με την κρίση σε συλλογικό κοινωνικό επίπεδο πχ εάν οι πολιτικοί , εάν δεν είχαμε διαφθορά, εάν το κράτος λειτουργούσε, εάν εάν τότε δεν θα είχαμε φτάσει εδώ κλπ.
Όλο αυτό είναι μέρος του πένθους.
Το πένθος είναι μια υγιής διαδικασία όταν δεν γίνεται χρόνια και την ακολουθεί η επαναφορά στην κανονική ζωή.
Υπάρχει η άποψη ότι βγαίνουμε από το πένθος, πλουσιότεροι συναισθηματικά , από ότι όταν εισήλθαμε σε αυτό.
β) Από την άλλη έχουμε την ενδεχόμενη απώλεια , δηλαδή που ενδέχεται να συμβεί , δεν έχει συμβεί και ίσως να μην συμβεί ποτέ, συνδέεται με ατομικούς και  συλλογικούς κινδύνους,  στο άμεσο ή μεσοπρόθεσμο μέλλον και μεταφράζεται σε αβεβαιότητα,  ανασφάλεια, αγωνία, άγχος – άγχος αναμονής, π χ κάποιος φοβάται να μην χάσει προνομία, την εργασία του κλπ. Μπορεί να πάρει την μορφή στρες με έντονες ψυχοσυναισθηματικές εκδηλώσεις.

Τα παραπάνω δημιουργούν συνθήκες κατάθλιψης σε συλλογικό όπως και ατομικό επίπεδο  και μπορούν να οδηγήσουν το υποκείμενο να παρουσιάσει κάποια μορφή αυτής. Δεν είναι απαραίτητο, ούτε  μοιραίο δηλαδή όποιος υφίσταται την κρίση να παρουσιάζει κατάθλιψη αλλά μπορεί να εμφανίσει στοιχεία ή να παρουσιάζει ένα γενικότερο συναισθηματικό και νοητικό αρνητισμό, δηλαδή να αισθάνεται και να σκέπτεται αρνητικά.
Συνεπώς το κοινό αυτό βίωμα έχει ως χαρακτηριστικά το αρνητικό συναισθηματικό φορτίο και τις αρνητικές σκέψεις όπως άλλωστε μεταφράζει η περιρρέουσα ατμόσφαιρα κατήφειας.

Επίσης μπορεί να εκδηλωθεί με θυμό και επιθετικότητα σε ατομικό, στην οικογένεια  ή και συλλογικό επίπεδο.
Συχνά υπάρχει η τάση εξιδανίκευσης του παρελθόντος,  τι καλά που περνάγαμε ή νοσταλγίας  και από την άλλη το μέλλον φαντάζει αβέβαιο και αρνητικό.
Η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι  κάθε κρίση την διαδέχεται η επιστροφή σε μια χωρίς κρίση περίοδο. Αυτό πολλοί άνθρωποι που βρίσκονται σε αυτή την φάση τείνουν να το λησμονούν.

Το μέλλον ως έννοια κλειδί.

Μια από της συνθήκες του παιδιού είναι να βρίσκεται εξελικτικά σε προηγούμενα στάδια σε σχέση με τον ενήλικα και να χρειάζεται την καθοδήγηση του για να μπορέσει να αφομοιώσει να χωνέψει κάποιες φορές, ορισμένα ερεθίσματα από το  περιβάλλον .
Εδώ έχουμε να κάνουμε με την γονική λειτουργία : μερικά από τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της γονικής λειτουργίας  είναι να  φιλτράρει , να  μεταβολίζει τα ερεθίσματα από το περιβάλλον.
Ξεκινάει από την πρώτες στιγμές του εμβρύου, η εγκυμονούσα φροντίζει τον εαυτό της και κατ επέκταση το έμβρυο, στην συνέχεια στην βρεφική ηλικία οι γονείς φροντίζουν να διαμορφώνουν συνθήκες ευνοϊκές για την ανάπτυξη του παιδιού , διατροφής και περιβάλλοντος , αυτό συνεχίζεται στις όλο και περισσότερο ανεπτυγμένες ψυχικές ανάγκες του παιδιού. Από την κουβερτούλα που θα βάλει στο παιδί για να μην κρυώσει, επομένως θα ρυθμίσει την θερμοκρασία, έως την αλλαγή του καναλιού, όταν στην τηλεόραση εκτυλίσσονται σκηνές βίας, για να προστατέψει αλλά και να αποτρέψει το παιδί από αυτήν, ο γονιός ασκεί αυτή του την λειτουργία.
Διαμεσολαβώ, φιλτράρω, μεταβολίζω δεν σημαίνει αποστειρώνω.
Δεν σημαίνει, υπερπροστατεύω,  θέτω σε απομόνωση. Δηλαδή δεν αποτρέπουμε το παιδί να έλθει σε επαφή με το περιβάλλον, αντιθέτως φροντίζουμε να γίνει, όμως υπό όρους ώστε να μπορέσει να το αφομοιώσει ανάλογα με το αναπτυξιακό του στάδιο.
Διαμεσολαβώ, φιλτράρω σημαίνει φροντίζω. Το παιδί χρειάζεται αυτή την διαμεσολάβηση του ενήλικα για να αναπτυχθεί φυσιολογικά.
Αυτή η λειτουργία μέσα στο περιβάλλον που περιγράψαμε παραπάνω της κρίσης, υφίσταται μια πίεση.
Ο γονιός που βρίσκεται σε κατάσταση αρνητικών σκέψεων και συναισθημάτων τείνει να δυσκολεύεται ως προς την κάλυψη των ψυχοσυναισθηματικών αναγκών και σε ακραίες περιπτώσεις και των πρακτικών.

-Ποιό είναι το κυρίαρχο συστατικό στοιχείο της ταυτότητας του παιδιού; Η κυρίαρχη διάσταση γύρω από την οποία περιστρέφεται αλλά και επενδύει την ταυτότητά του; Τί σκεφτόμαστε όταν φέρνουμε στο νου μας το παιδί; Με τι το συνδυάζουμε; Μα οπωσδήποτε με τον χρόνο, και δη τον μέλλοντα. Το παιδί όπως και ο έφηβος αλλά ακόμα και ο νέος ενήλικας διαθέτει μεγάλο κεφάλαιο χρόνου. Χωρίς αυτό δεν θα ήταν παιδί ή νέος, αλλά κάτι άλλο.
Θυμηθείτε ρωτάμε τα παιδία τι θα κάνεις όταν μεγαλώσεις ; Όταν μεγαλώσω θα γίνω μηχανικός, χτίστης …αστροναύτης.
Μέρος της  κλασικής σχέσης παιδιού ενήλικα, είναι η προβολή στο χρόνο, τόσο σε συνειδητό όσο και σε υπολανθάνον επίπεδο, δηλαδή επενδύουμε το παρόν με σκοπό το μέλλον πχ το σχολείο.
Επίσης όταν ρωτάμε τους εφήβους για τα ενδιαφέροντά τους, συχνά μιλούν για το τι σκοπεύουν  ή τι θα ήθελαν να κάνουν στο μέλλον, επαγγελματικά και προσωπικά. Συνεπώς η έννοια της διάθεσης του μέλλοντος και του νέου ανθρώπου είναι αδιάρρηκτα δεμένες.
Υπάρχει ο κίνδυνος ο απογοητευμένος ενήλικας, να περάσει την αρνητικότητα ή το θυμό που αισθάνεται ο ίδιος στα παιδιά του.
Εδώ έχουμε την συνάντηση της απαισιοδοξίας του ενήλικα και του μέλλοντος που συμβολίζει το παιδί.
Αυτό είναι ένα σημαντικό κομμάτι της βάσης, πάνω στην οποία πρέπει να στηριχθεί ο προβληματισμός για το πώς μιλάμε στα παιδιά για την κρίση.

Τα παιδιά μας ακούνε, είναι πρόσφορο έδαφος.
Κυρίως τα μικρότερα μπορεί να καταγράφουν τα λεγόμενα των προσώπων κύρους, ως απόλυτες αλήθειες, ακόμα και αν δεν υπάρχει η πρόθεση από μεριά τους. Συχνά όταν μεγαλώνουν και βλέπουν ότι αυτά δεν υφίστανται, δεν ισχύουν με βάση τον κοινό νου ή την επιστήμη, συνεχίζουν να τους επηρεάζουν διότι έχουν καταγραφή στα βαθύτερα στρώματα του εγώ.

-Υπάρχει ο κίνδυνος της δημιουργίας ενός αντιφατικού λόγου που να εγκλωβίζει τον νέο άνθρωπο του τύπου :
Διάβαζε, προσπάθησε, προόδευσε
και από την άλλη το αντίθετο :
δεν υπάρχει μέλλον, είναι άσκοπη η προσπάθειά σου,  ό,τι και να κάνεις σε  περιμένει το αδιέξοδο, η ανεργία ή ο ξενιτεμός.
δεκάχρονος μαθητής που απαντούσε σε ερώτησή μου ως προς τις σχολικές του επιδόσεις, είχε ενσωματώσει στα επιχειρήματα  του τα παραπάνω : γιατί να διαβάσω και να είμαι καλός μαθητής; σήμερα όποιος σπουδάζει δεν βρίσκει δουλειά , μόνο στην Γερμανία, έτσι λέει ο μπαμπάς μου!!!
Όταν μετά από μέρες είδα τους γονείς του, παραπονιόντουσαν στη αρχή της συνάντησης, για την απροθυμία του γιού τους να διαβάσει. Στην συνέχεια μιλώντας μου για τους ίδιους, εξέφραζαν την αγωνία να χάσουν τις δουλειές τους, αλλά και εν τω μέσω γενικότερων πολιτικών και κοινωνικών σχολίων, την απαισιοδοξία τους για το μέλλον των παιδιών τους. Τους επέστησα την προσοχή στις αντιφατικές δηλώσεις που υποστήριξαν εντός δεκαλέπτου.  
Εμβρόντητοι συνειδητοποίησαν ότι κάθε βράδυ στο τραπέζι μετά το δελτίο ειδήσεων επαναλάμβαναν ακριβώς τα ίδια.

-Από την άλλη, μια μητέρα εφήβου που είχε ανάλογο θέμα με τον γιό της, όταν αυτός της είπε ότι δεν υπάρχει λόγος να γίνει επιστήμονας, διότι η διέξοδος είναι η Γερμανία, αυτή του απάντησε, συμπυκνώνοντας την αντιφατικότητα των καιρών, αλλά βρίσκοντας τρόπο να δώσει νόημα στην προσπάθεια του παιδιού της :
Έ εάν είναι να μεταναστεύσεις, καλύτερα επιστήμονας στην Γερμανία παρά ανειδίκευτος εργάτης. Αυτή η μητέρα  έστειλε το μήνυμα ότι ακόμα και έτσι αξίζει κανείς να προσπαθεί.
Αυτός ο λόγος λοιπόν δεν οφείλει   να αφαιρεί, σε ατομικό επίπεδο την προοπτική στο παιδί να οραματίζεται θετικά τον εαυτό του  στο μέλλον, ούτε σε συλλογικό επίπεδο ως γενιά.

Πως μιλάμε στα παιδιά για την κρίση, έχει να κάνει όπως είδαμε, με το πώς μιλάμε μεταξύ μας, αλλά και τι εκφέρεται δημοσίως.
Το ατομικό και το συλλογικό αλληλεπικαλύπτονται . Έτσι είτε το λέμε στο σπίτι είτε είναι δημόσιος λόγος, επηρεάζει τα παιδιά  – πχ , το σχολείο, η τηλεόραση ( σκεφτείτε την δύναμη και την τάση των ΜΜΕ προς την υπερβολή χάριν της τηλεθέασης και τον πανικό που δημιουργούν κάποιες φορές ).
Για αυτό το λόγο αναλογεί στους γονείς και όχι μόνο, στους  δασκάλους επίσης και άλλους, να θωρακίσουμε τα παιδιά ενάντια στη συλλογική εκφορά του αρνητικού λόγου.
Να τον φιλτράρουν να του αφαιρεθούν οι υπερβολές.
Σε διαφορετική περίπτωση, θα παγιωθούν στάσεις και αντιλήψεις για την αντιμετώπιση της ζωής, οι οποίες δεν θα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και στις ανάγκες της εποχής δέκα, δεκαπέντε χρόνια αργότερα, όταν τα σημερινά παιδιά θα βρίσκονται στην ενεργό δράση. Φανταστείτε ένα σημερινό δεκάχρονο ακόμα περισσότερο πεντάχρονο.


Η κρίση είναι ένα φαινόμενο αρκετά αφηρημένο έως τελείως συγκεκριμένο, εξαρτάται από ποιο επίπεδο την προσεγγίζουμε.
Πώς η κρίση εκδηλώνεται σε κάθε ξεχωριστό άτομο ή οικογένεια;

Α) Στο Πρακτικό επίπεδο, η κρίση εξειδικεύεται σε κάθε περίπτωση  – οικογένεια ξεχωριστά, πχ ως ανεργία, μειωμένο εισόδημα κλπ.
Β) Στο Συναισθηματικό επίπεδο, ως συναισθηματικό φορτίο, ατομικό συναίσθημα – διάθεση, το οποίο μεταφέρεται, διαχέεται στο περιβάλλον και δη το οικογενειακό.
Γ) Στο Εννοιολογικό επίπεδο ως, αφορισμοί, αιτιολογικές φράσεις, ερμηνεία  κλπ δηλαδή πως ο καθένας ερμηνεύει και αντιλαμβάνεται νοητικά την κρίση.
Δ) Η Δράση , η στρατηγική που επιλέγεται για την αντιμετώπισή της.

Η παρέμβαση γίνεται σε κάθε ένα επίπεδο ξεχωριστά. Ο τρόπος που μιλάμε για την κρίση αφορά κυρίως  τα δύο προτελευταία.

Στην πρώτη περίπτωση – του πρακτικού επιπέδου - ο άνεργος για παράδειγμα οφείλει να εξαντλήσει κάθε δυνατότητα που δίνεται από τις κρατικές υπηρεσίες, ΜΚΟ και άλλες, ώστε να εξασφαλίσει τα αναγκαία προς επιβίωση, και να περάσει το μήνυμα στα παιδιά του ότι  το παλεύει. Επίσης μπορεί να ψάξει για  εκπαιδευτικά προγράμματα, εθελοντισμό ώστε να διατηρήσει το αίσθημα ότι είναι ενεργός.
Όταν το εισόδημα είναι μειωμένο ένα ελάχιστο παράδειγμα αντιμετώπισης μπορεί να είναι, η χρήση λίστας στις  αγορές μας και η συμμετοχή των παιδιών στην κατάρτιση της.
Η απάντηση στην ερώτηση που αγχώνει πολλούς γονείς : μαμά γιατί μου παίρνεις λιγότερα παιχνίδια ; είναι να αναρωτηθούμε γιατί έχουμε διαμορφώσει μια τέτοιου είδους σχέση με τα παιδιά και όχι στην βάση των συναισθημάτων.
Το πως μιλάμε για την κρίση δεν είναι μόνο θέμα λόγων, αλλά και της γενικότερης στάσης και αντιμετώπισης, εξίσου σημαντικής και πλούσιας σε μηνύματα για τα παιδιά.
Τα παιδιά συχνά δεν ακούνε μόνο αυτό που λέμε, αλλά βλέπουν αυτό όπου κάνουμε. Επομένως πως την αντιμετωπίζουμε.

Ο τρόπος που μιλάμε στα παιδιά για την κρίση είναι κυρίως ζήτημα αφήγησης και όχι λογικής. Το συναισθηματικό και το εννοιολογικό επίπεδο αλληλοεμπλέκονται,  αφήνοντας λανθάνοντα μηνύματα όπως στα παραμύθια.
Τουλάχιστον τρία χαρακτηριστικά οφείλουμε να φιλτράρουμε στην αφήγηση μας για την κρίση :
-Το χαρακτηριστικό της παντοδυναμίας. Η κρίση δεν είναι παντοδύναμη, διαφορετικά είμαστε αδύναμοι να την αντιμετωπίσουμε, επομένως δεν έχουμε παρά να την υποστούμε.
-Τον τιμωρητικό χαρακτήρα , ότι δηλαδή κάναμε κάτι κακό και τώρα ήρθε η τιμωρία , παραπέμπει σε βιβλικού τύπου λογικές, ενοχοποίηση και εξάπτει φοβικά το φαντασιωτικό των παιδιών.
-Το αδιέξοδο μέλλον όπως αναφερθήκαμε παραπάνω.

Πως θα διηγηθούμε την κρίση;
Θα  δημιουργήσουμε ένα νέο αρνητικό ήρωα – ένα φοβικό αντικείμενο τύπου κακός λύκος, πχ. μια λευκή κακιά αρκούδα που κατεβαίνει από τον παγωμένο βορρά.
Ή όπως οι εποχές εναλλάσσονται , άνοιξη καλοκαίρι, χειμώνας, ο χρόνος έχει περιόδους όπως αυτή που διανύουμε τώρα, όπου ο δυναμισμός, η ευρηματικότητα, η δημιουργικότητα  χρειάζονται για να την αντιμετωπίσουμε.
Συνοψίζοντας, ίσως θα πρέπει να απομυθοποιήσουμε την κρίση, και να την εντάξουμε στον πραγματικό ενεστώτα χρόνο, να την συμπεριλάβουμε ως μέρος και συνέχεια  της καθημερινότητας μας και όχι έξω από μας όπως γινόταν πριν συμβεί,  ανάγνωση ιστορικής περιόδου …κάποτε,  ή γεωγραφίας, κάπου αλλού μακριά, που δεν μας αφορά. Τότε νομίζω τα λόγια για να την αφηγηθούμε στα παιδιά θα έρθουν.


Λεξικό

Η κρίση είναι κυρίως νοητικό φαινόμενο και η σχέση του με την οικονομική κρίση υποστηρίζεται από την ίδια την ερμηνεία της λέξης.
Σύμφωνα με το λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη έχουμε τις εξής ερμηνείες,
            κρίση :
1)      Η ικανότητα του ανθρώπου να εμβαθύνει λογικά  και να καταλήγει σε ορθά συμπεράσματα.
2)      Η άποψη η εκτίμηση που εκφέρει κανείς για πρόσωπα πράγματα και καταστάσεις.
3)      Οι προαγωγές και αποστρατείες.
4)      Η απόφαση δικαστηρίου.
5)      Η διατάραξη της ομαλής πορείας μιας διαδικασίας, η κακή λειτουργία, ή η έμπρακτη αμφισβήτηση καθιερωμένων (δομών, αξιών, θεσμών κλπ ) η κρίση της οικογένειας, η νομισματική, οικονομική κρίση κλπ.
6)      Κατάσταση στην οποία έχει χάσει κανείς την εμπιστοσύνη στον εαυτό του ή σε ό,τι κάνει.
      7)
      8)   Η τιμωρία, ή δικαίωση των ανθρώπων από τον Θεό, ημέρα της κρίσεως.

Κριτήριο : καθετί βάση του οποίου εκφέρουμε μια κρίση, το μέτρο αξιολόγησης ή επιλογής.
Κριτική :  έκφραση γνώμης για κάποιον / κάτι.

Η λέξη αυτή έχει πολλαπλά επίπεδα καταγραφής στην συνείδηση των Ελλήνων ομιλητών, είτε το γνωρίζουν συνειδητά είτε όχι.
Συνεπώς ο κοινός παρανομαστής είναι κυρίως το νοητικό κομμάτι και προφανώς αυτό να είναι και μέρος της λύσης.